Σελίδες

Παρασκευή 13 Μαΐου 2011

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΙ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΑ!


Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΙ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΑ!

Αγώνας για την επιβίωση και για τη γη. Οι αγρότες και πάλι στους δρόμους. Η ανάπτυξη ενός μαχητικού κινήματος που δεν θα προσφέρει "λουλούδια στην αστυνομία" και δεν θα δέχεται το "ξεφούσκωμα των λάστιχων των τρακτέρ", και των αγώνων, είναι το βασικό ζήτημα...

Ρεπορτάζ του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΒΗΧΟΥ

ΝΕΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ 24/2/2001

Η προδιαγεγραμμένη πορεία φτώχειας και μαζικού ξεκληρίσματος των φτωχών και μικρομεσαίων αγροτών, δεν είναι δυνατόν να κρυφτεί πίσω από την "εκσυγχρονιστική" βιτρίνα της πολιτικής της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και στον αγροτικό τομέα. Παρ΄ όλα αυτά η κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη, συνεχίζοντας τη συνήθη πρακτική ανελέητης κοροϊδίας των αγροτών, επιχειρεί κάθε τόσο με γενικόλογες αναφορές να "θαμπώσει" και να αποπροσανατολίσει τους κολίγους. Η γνωστή προεκλογική ΠΑΣΟΚική καραμέλα για ανάπτυξη της υπαίθρου στο πλαίσιο της "Ατζέντας 2000", ξαναπιπιλίζεται και πάλι προκειμένου να παραπλανήσει τους φτωχούς αγρότες. Το ίδιο ισχύει και για τα πολυδιαφημισμένα 9,5 τρισ. δραχμές, που προεκλογικά φουσκώθηκαν, για να δείχνουν 12 τρισ., ώστε να συντηρηθεί η απατηλή αίσθηση ότι θα πέσουν φράγκα στην ύπαιθρο και τους αγρότες. Η αλήθεια όμως, όπως και οι ίδιοι οι αγρότες μας τόνισαν στην ολιγοήμερη περιοδεία μας στη Θεσσαλία, είναι ότι η πολιτική τόσο της ΕΕ, όσο και της κυβέρνησης, είναι πολιτική ξεκληρίσματος και περιθωριοποίησης των αγροτών.

Αυτό, όπως είπαμε, έχει γίνει κατανοητό από τους κολίγους που ξεκίνησαν ήδη την προηγούμενη Τετάρτη καινούργιους αγώνες, στη Λάρισα, τα Τρίκαλα και το Βόλο. Οι αγρότες αναγκάστηκαν να ξανακατέβουν στους δρόμους και στα μπλόκα, για να διεκδικήσουν τα δίκαια αιτήματά τους. Όμως ο αγώνας μπορεί να έχει επιτυχία μόνο αν βγουν τα μαθήματα από τους περασμένους μεγάλους αγώνες. Κανείς δεν πρέπει να ξεχάσει το ξεφούσκωμα των τρακτέρ και τη στάση της Πανθεσσαλικής. Ο μόνος δρόμος για τη νίκη είναι ο ανεξάρτητος μαχητικός και επαναστατικός αγώνας των φτωχών αγροτών, σε συμμαχία με τους εργάτες των πόλεων, ενάντια στο κεφάλαιο, την καπιταλιστική ΕΕ και την κυβέρνηση Σημίτη, για μια σοσιαλιστική διέξοδο με την κατάληψη της εξουσίας από το προλεταριάτο και την πάλη για Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες στην Ευρώπη.

* * *

Όλες οι διαρθρωτικές αλλαγές, που έγιναν στην ελληνική γεωργία στη δεκαετία του 1990. υπηρετούσαν τρεις βασικούς και αλληλένδετους στόχους: Ο πρώτος ήταν η προσαρμογή της ελληνικής γεωργίας στα δεδομένα της λεγόμενης παγκοσμιοποιημένης αγοράς, μέσα από τον κοινοτικό καταμερισμό εργασίας. Ο δεύτερος, η αύξηση των κερδών των εμποροβιομηχάνων και των πολυεθνικών, που εμπορεύονται και μεταποιούν αγροτικά προϊόντα. Και ο τρίτος, η επιτάχυνση των ρυθμών συγκέντρωσης της γης και της αγροτικής παραγωγής σε λίγους μεγαλοαγρότες και το μαζικό ξεκλήρισμα των φτωχών και μικρομεσαίων αγροτών.

Βασικά εργαλεία προώθησης αυτών των στόχων και αναδιαρθρώσεων ήταν η αναθεώρηση της ΚΑΠ το 1992, που αποτέλεσε τομή στη συνέχεια της αντιαγροτικής ΚΑΠ και η Συμφωνία της GATT το 1995. Σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η παραγωγή τροφίμων στην ΕΕ αυξανόταν με ρυθμούς διπλάσιους από τους ρυθμούς αύξησης των αναγκών της αγοράς σε τρόφιμα. Γι΄ αυτό ένας βασικός στόχος της αναθεώρησης της ΚΑΠ του 1992 ήταν η μείωση των ρυθμών αύξησης της αγροτικής παραγωγής, για να εξαλειφθούν τα λεγόμενα διαρθρωτικά πλεονάσματα και να περιοριστούν στα συγκυριακά.

Οι ανάγκες, όμως, της λεγόμενης παγκοσμιοποιημένης αγοράς διαφέρουν όσο η μέρα με τη νύχτα με τις ανάγκες της ανθρωπότητας σε τρόφιμα. Κι αυτό γιατί οι δυνάμεις που διαμορφώνουν τη λεγόμενη παγκοσμιοποιημένη αγορά, με την πολιτική τους που μοναδικό στόχο έχει το κέρδος, περιθωριοποιούν οικονομικά λαούς και κράτη και τα καταδικάζουν στο λιμό και τον υποσιτισμό. Η διαφορά αυτή εξηγεί, γιατί την ίδια περίοδο που λιμοκτονούν 1,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι, πολλοί από τους οποίους στις αναπτυγμένες χώρες αυτές, καταστρέφονται στις χωματερές εκατομμύρια τόνοι τρόφιμα και εφαρμόζονται πολιτικές συρρίκνωσης της παραγωγής τροφίμων. Η υλοποίηση του στόχου μείωσης των ρυθμών παραγωγής τροφίμων, εξειδικεύτηκε με την επιβολή χαμηλών ποσοστώσεων και αυστηρών προστίμων συνυπευθυνότητας, σε όλα τα αγροτικά προϊόντα με τα κίνητρα εκτατικοποίησης που βαφτίστηκαν περιβαλλοντολογικά, με τις υποχρεωτικές αγραναπαύσεις και με τα κίνητρα ξεριζώματος βασικών αγροτικών καλλιεργειών.

Στη χώρα μας εφαρμόστηκαν με ζήλο όλα σχεδόν τα παραπάνω μέτρα και είχαν σαν αποτέλεσμα τη στασιμότητα του ακαθάριστου εγχώριου αγροτικού προϊόντος στη δεκαετία του 1990 και την κατακόρυφη αύξηση των ελλειμμάτων του αγροτικού εμπορικού ισοζυγίου με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που το 1998 έφτασε στο αστρονομικό, για τα οικονομικά δεδομένα της χώρας μας, ύψος των 430,5 δισεκατομμυρίων δραχμών.

Η μεγαλύτερη συρρίκνωση, που προσλαμβάνει χαρακτηριστικά αποδιάρθρωσης, παρατηρείται στην κτηνοτροφία, με αποτέλεσμα να μειωθούν από 30% έως 50% τα ποσοστά αυτάρκειας της χώρας - τα διάφορα ζωοκομικά προϊόντα - και να κυμανθούν από 30% στο βοδινό κρέας, μέχρι 70% στο κοτόπουλο. Η ιδιαίτερη συρρίκνωση της κτηνοτροφίας επιβεβαιώνει το συμπληρωματικό ρόλο που έχει η χώρα μας στον κοινοτικό καταμερισμό εργασίας, γιατί σχεδόν όλα τα ελλείμματα της χώρας μας σε ζωοκομικά προϊόντα καλύπτονται από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης...

* * *

Ο δεύτερος στόχος αύξησης των κερδών των πολυεθνικών, που μεταποιούν και εμπορεύονται αγροτικά προϊόντα, υλοποιήθηκε με την αλλαγή του συστήματος των τιμών και επιδοτήσεων, που έγινε με τη νέα ΚΑΠ και την GATT. Πρόφαση αυτής της αλλαγής ήταν η εξίσωση των κοινοτικών τιμών, με τις λεγόμενες διεθνείς τιμές και η μερική κάλυψη των απωλειών του αγροτικού εισοδήματος, που προκάλεσε η μείωση των τιμών, με επιδοτήσεις. Πραγματικός, όμως, στόχος της αλλαγής των τιμών και επιδοτήσεων, ήταν η απαλλαγή των εμποροβιομηχάνων και των πολυεθνικών, που εμπορεύονται και μεταποιούν αγροτικά προϊόντα, από ένα σημαντικό κομμάτι του κόστους απόκτησης της πρώτης ύλης και η μετακύληση μέρους αυτού του κόστους στους εργαζόμενους, μέσα από τον κοινοτικό και τους εθνικούς προϋπολογισμούς, αλλά και τα αντεργατικά φορολογικά συστήματα. Ο στόχος αυτός επιβεβαιώνεται από την κατακόρυφη αύξηση των κερδών των βιομηχανιών μεταποίησης αγροτικών προϊόντων στη δεκαετία του 1990 και από την αυθαίρετη μείωση των λεγόμενων διεθνών τιμών. Η μείωση, για παράδειγμα, κατά 50% της διεθνούς τιμής του βαμβακιού μέσα σε ένα χρόνο - το 1998 προς ΄99 - δεν οφείλεται σε αντίστοιχη μείωση του κόστους παραγωγής στις ΗΠΑ που παίζουν σημαντικό, αν όχι καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωσή της, αλλά στην αντικατάσταση μέρους της τιμής, με επιδότηση.

To σύστημα τιμών και επιδοτήσεων, παράλληλα με την αύξηση των κερδών των εμποροβιομηχάνων, και των πολυεθνικών τροφίμων, επιδείνωσε την άσχημη σχέση ανάμεσα στη φυτική και ζωική παραγωγή και προκάλεσε ορισμένες αλλαγές στη φυτική παραγωγή σε βάρος των καλλιεργειών που στηρίζουν την κτηνοτροφία.

* * *

Η υλοποίηση του τρίτου στόχου - δηλαδή, της συγκέντρωσης της γης και της αγροτικής παραγωγής σε λίγους μεγαλοαγρότες - προωθήθηκε με τις πολιτικές που υλοποίησαν τους δύο προηγούμενους στόχους, αλλά και με επιμέρους συμπληρωματικές πολιτικές. Οι ποσοστώσεις, τα πρόστιμα συνυπευθυνότητας και οι λεγόμενες διεθνοποιημένες τιμές, εξανέμισαν το εισόδημα των φτωχών και των μικρομεσαίων αγροτών και επιτάχυναν το ξεκλήρισμά τους. Η γη τους, με τη μορφή του ενοικίου σε πρώτη φάση και της εξαγοράς σε δεύτερη φάση, συγκεντρώνεται αργά, αλλά σταθερά, στους μεγαλοαγρότες.

Τη συγκέντρωση αυτή υποβοήθησαν τα κίνητρα πρόωρης σύνταξης, που προϋποθέτουν τη μεταβίβαση της γης και των δικαιωμάτων παραγωγής, τα κίνητρα διάλυσης των αλιευτικών σκαφών και ο τρόπος καταβολής των κοινοτικών επιδοτήσεων, που είχε σαν αποτέλεσμα το 20% των μεγάλων κοινοτικών αγροτικών εκμεταλλεύσεων, ν΄ απορροφήσουν το 80% των κοινοτικών επιδοτήσεων. Με τις πολιτικές αυτές, η αγροτική απασχόληση στη δεκαετία του 1990 μειώθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό 2,1%, χωρίς να υπάρχει εναλλακτική λύση απασχόλησης ειδικά στην ύπαιθρο. Στη δεκαετία 1987 - 1997, ξεκληρίστηκαν 129 χιλιάδες μικρομεσαία αγροτικά νοικοκυριά και η γη τους συγκεντρώθηκε στις μεγάλες αγροτικές εκμεταλλεύσεις, με αποτέλεσμα να αυξηθεί ο αριθμός, αλλά και το μέγεθος των μεγάλων εκμεταλλεύσεων που κατέχουν είτε σαν ιδιόκτητα είτε σαν ενοικιαζόμενα πάνω από 200 στρέμματα.

Έτσι, το 1997 οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις με κατοχή γης πάνω από 200 στρέμματα, αποτελούσαν το 3% του συνόλου των εκμεταλλεύσεων και κατείχαν το 24,7% της συνολικής χρησιμοποιούμενης γεωργικής γης, ενώ 10 χρόνια πριν, το 1987, αποτελούσαν το 2,3% του συνόλου των εκμεταλλεύσεων και κατείχαν το 17,4% της συνολικής χρησιμοποιούμενης γεωργικής γης. Στις εκμεταλλεύσεις με κατοχή γης πάνω από 200 στρέμματα, το ποσοστό της ενοικιαζόμενης γης, σε σχέση με την ιδιόκτητη, είναι 2,7 φορές μεγαλύτερο των εκμεταλλεύσεων με λιγότερα από 200 στρέμματα.

Η ενοικίαση όμως της γης αποτελεί, όπως είπαμε, το πρώτο και σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση απόκτησης της ιδιοκτησίας. Η συγκέντρωση της γης είχε σαν αποτέλεσμα και την αντίστοιχη συγκέντρωση της φυτικής παραγωγής, ενώ πολύ μεγαλύτερη είναι η συγκέντρωση και η συγκεντροποίηση στους κλάδους του πρωτογενή τομέα, που η εξάρτησή τους από την ιδιοκτησία της γης είναι μικρότερη, όπως είναι οι κλάδοι της κτηνοτροφίας και της αλιείας.

Στη δεκαετία του 1990, παρατηρήθηκε μια κατακόρυφη αύξηση των υδατοκαλλιεργειών, μέσα από 250 περίπου επιχειρηματικές μονάδες καπιταλιστικού χαρακτήρα, μεταξύ των οποίων έχουν ήδη γίνει εξαγορές και συγχωνεύσεις, με αποτέλεσμα δύο από αυτές να κυριαρχούν στον κλάδο. Την ίδια περίοδο, συρρικνώθηκε η θαλάσσια αλιεία, που στην πλειοψηφία της στηρίζεται σε μικρομεσαίες οικογενειακού χαρακτήρα εκμεταλλεύσεις και ειδικά η παράκτια αλιεία. Παρόμοια με τις υδατοκαλλιέργειες ανάπτυξη, είχαν, κύρια στη δεκαετία του 1970, βασικοί κλάδοι της κτηνοτροφίας, όπως η πτηνοτροφία, η χοιροτροφία και, δευτερευόντως, η βοοτροφία, οι οποίοι από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, για πολλούς και διάφορους λόγους, αντιμετώπισαν μια παρατεταμένη περίοδο κρίσης, που είχε σαν αποτέλεσμα τη χρεοκοπία και το κλείσιμο ορισμένων επιχειρήσεων, αλλά και στην εξαγορά άλλων από παρεμφερείς επιχειρήσεις.

Παρά τα προβλήματα στην παραγωγή, οι βαθμοί συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης στους κλάδους αυτούς είναι πολύ μεγάλοι. Στη χοιροτροφία, οι επιχειρηματικές εκμεταλλεύσεις το 1997 αποτελούσαν το 18% του συνόλου των εκμεταλλεύσεων και είχαν το 89% της παραγωγής. Ενώ οι οικογενειακού χαρακτήρα εκμεταλλεύσεις αποτελούσαν το 82% του συνόλου των χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων και είχαν μόνο το 11% της παραγωγής. Μεγαλύτερος είναι ο βαθμός συγκέντρωσης στην πτηνοτροφία και μικρότερος στη βοοτροφία. Σε αυτές τις αναδιαρθρώσεις και στους στόχους που υπηρετούν, αντιστέκονται οι φτωχοί και μικρομεσαίοι αγρότες και η αντίστασή τους δεν απορρέει μόνο από τη σημερινή δύσκολη κατάσταση, αλλά και από τη βάσιμη ανησυχία τους για το μέλλον. Και αυτό, γιατί διακηρυγμένος στόχος της AGENTA 2000 και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, είναι η επιτάχυνση των ρυθμών υλοποίησης αυτών των στόχων και των αναδιαρθρώσεων. Οι πρώτοι κανονισμοί, που ψηφίστηκαν στα πλαίσια της "Ατζέντα 2000" για τα δημητριακά, το βοδινό κρέας και το αγελαδινό γάλα, η πρόταση κανονισμού για το βαμβάκι και οι συζητήσεις για τους νέους κανονισμούς στον καπνό και το λάδι, επιβεβαιώνουν, με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο, τις ανησυχίες των κολίγων...

Ο αγώνας ξεκίνησε, λοιπόν. Οι αγρότες και πάλι στους δρόμους. Η ανάπτυξη ενός μαχητικού κινήματος που δεν θα προσφέρει "λουλούδια στην αστυνομία" και δεν θα δέχεται το "ξεφούσκωμα των λάστιχων των τρακτέρ", και των αγώνων, είναι το βασικό ζήτημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου