Σελίδες

Παρασκευή 13 Μαΐου 2011

ΣΥΡΡΙΚΝΩΝΕΤΑΙ Ο ΚΛΑΔΟΣ ΤΩΝ ΥΠΟΔΗΜΑΤΟΠΟΙΩΝ


ΣΥΡΡΙΚΝΩΝΕΤΑΙ Ο ΚΛΑΔΟΣ ΤΩΝ ΥΠΟΔΗΜΑΤΟΠΟΙΩΝ

Ρεπορτάζ του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΒΗΧΟΥ

ΝΕΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ 13/10/2001

Ένας από τους πιο δυναμικούς κλάδους της ελληνικής βιομηχανίας, αυτός της υποδηματοποιίας, που την προηγούμενη δεκαετία αριθμούσε πάνω από 2.500 επιχειρήσεις και απασχολούσε ένα μεγάλο αριθμό εργαζομένων, έχει μπει τα τελευταία χρόνια - όπως και πολλοί άλλοι κλάδοι - σε τροχιά βίαιης συρρίκνωσης. Μιλήσαμε με δεκάδες εργαζόμενους από την Ομοσπονδία Βιοτεχνών Υποδηματοποιών και αυτό που καταγράψαμε το μεταφέρουμε σε αυτό το ρεπορτάζ. Τα στοιχεία που παραθέτουμε είναι εντυπωσιακά.

Oτι σήμερα συμβαίνει στον κλάδο των υποδηματοποιών, όπως και σε άλλους παραδοσιακούς κλάδους της εγχώριας παραγωγής, συμβαίνει εξαιτίας των μέτρων που πάρθηκαν τα τελευταία χρόνια από τις ελληνικές κυβερνήσεις, στο όνομα της απελευθέρωσης της αγοράς, παράλληλα με την έλλειψη κλαδικής πολιτικής. Συμβαίνει, επίσης, εξαιτίας των μέτρων ενίσχυσης των πολυεθνικών που δραστηριοποιούνται και στο συγκεκριμένο κλάδο, της αθρόας διείσδυσης ξένων προϊόντων στην ελληνική αγορά, της δυσβάστακτης φορολόγησης των μικρών επιχειρήσεων και της ανύπαρκτης χρηματοδότησης μετά και από την ουσιαστική κατάργηση της 197 ΑΝΕ, που μπορούσε να δώσει - όπως μας είπαν οι συνδικαλιστές - μια ανάσα στη χρηματοδοτική ασφυξία της βιοτεχνίας και μιας σειράς άλλων.

Τα επίσημα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας είναι αποκαλυπτικά ως προς την πορεία που ακολουθεί η ελληνική υποδηματοποιία τα τελευταία χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι επιχειρήσεις που λειτουργούσαν το 2000 ανέρχονταν στο 1/3 εκείνων που λειτουργούσαν 16 χρόνια πριν. Πιο συγκεκριμένα, το 1984 λειτουργούσαν - με βάση στοιχεία που προέρχονται από τοπικά σωματεία και φορείς - 2.668 βιοτεχνίες υποδηματοποιίας, το 1988 μειώθηκαν σε 2.112, το 1992 σε 1.680, το 1995 ο αντίστοιχος αριθμός ήταν 1.447 και το 1998 υπήρχαν 1.022 εγγεγραμμένες βιοτεχνίες του κλάδου. Ενώ το 2000 οι βιοτεχνίες υποδηματοποιίας υπολογίζονται σε λιγότερες από 900, από τις οποίες πάνω από τις μισές, δηλαδή το 55,2%, είναι εγκαταστημένες στο λεκανοπέδιο της Αττικής.

Ένας ακόμη δείκτης που μαρτυρά την πτωτική πορεία του κλάδου είναι αυτός που αφορά στις εξαγωγές σε σχέση με τις εισαγωγές. Όπως λένε μέλη του Σωματείου Βιοτεχνών Υποδηματοποιών Αθήνας, οι αθρόες εισαγωγές μετά τη "διεθνοποίηση" της αγοράς, που επιβλήθηκε μετά την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ, έδωσαν τη δυνατότητα σε ομοειδείς επιχειρήσεις φθηνού κόστους που παρήγαν τα προϊόντα τους σε τρίτες χώρες να κατακλύσουν την εγχώρια αγορά. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τη δραματική συρρίκνωση της εγχώριας παραγωγής, που έχει υποκατασταθεί κατά ένα μεγάλο μέρος της από τις διευρυνόμενες εισαγωγές. Ταυτόχρονα, οι εξαγωγές ελληνικών παπουτσιών μετά και από την κατάργηση των αντίστοιχων επιδοτήσεων και κινήτρων συρρικνώθηκαν χάνοντας παραδοσιακές αγορές, όπως ήταν η Ρωσία, τα αραβικά κράτη κ.ά. Μειώθηκε έτσι σημαντικά η μερίδα συμμετοχής της ελληνικής παραγωγής στο πεδίο του ανταγωνισμού και του εξωτερικού εμπορίου. Όσο για την εγχώρια παραγωγή, είναι χαρακτηριστικό ότι στη δεκαετία του 1970 η παραγωγή αυτή ανερχόταν σε 43 εκατ. ζεύγη το χρόνο, ενώ οι εκτιμήσεις για την ετήσια παραγωγή σήμερα δεν ξεπερνούν τα 12,5 εκατ. ζεύγη.

Αναλυτικότερα, σε ότι αφορά στο εμπορικό ισοζύγιο του κλάδου της υποδηματοποιίας το 1996 οι εισαγωγές ήταν 28.935.000 ζεύγη ενώ οι εξαγωγές ήταν 3.160.000 ζεύγη, το 1997 οι εισαγωγές ανέρχονταν σε 27.640.000 ζεύγη και οι εξαγωγές σε 3.250.000 ενώ το 1998 οι εισαγωγές ήταν 27.095.000 έναντι 3.890.000 ζεύγη των εξαγωγών. Για το 1999 και μετά δεν υπάρχουν στοιχεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ελαφρά ανοδική τάση που παρατηρείται τα τελευταία τρία χρόνια στις εξαγωγές, από την Ομοσπονδία Βιοτεχνών Υποδηματοποιών αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στις προσπάθειες της ίδιας της ομοσπονδίας με την οργάνωση επιχειρηματικών αποστολών και στη συμμετοχή σε διεθνείς εκθέσεις του εξωτερικού.

Βέβαια, είναι φανερό ότι στο βαθμό που η ασκούμενη πολιτική τόσο στον κλάδο της υποδηματοποιίας, όσο και γενικότερα απέναντι στην εγχώρια βιοτεχνική παραγωγή, ακολουθεί τις επιταγές της ΕΕ και της ΟΝΕ περί "διεθνοποίησης" της αγοράς, επιταγές που ισοδυναμούν με ενίσχυση των ντόπιων και ξένων μονοπωλίων και ανυπαρξία κλαδικών πολιτικών και πολιτικών ουσιαστικής στήριξης της ντόπιας παραγωγής, η πορεία του κλάδου θα εξακολουθεί να κινείται σε τροχιά συρρίκνωσης.

Σε συζήτηση που κάναμε με συνδικαλιστές του χώρου, μας τόνισαν ότι ανάσα για τον κλάδο θα μπορούσε να αποτελέσει η επίλυση μιας σειράς προβλημάτων που σήμερα παίζουν καθοριστικό ρόλο στη συρρίκνωση τόσο της υποδηματοποιίας όσο και γενικότερα της ελληνικής βιοτεχνίας. Ειδικότερα, το σωματείο αξιολογώντας τα προβλήματα που απαιτούν άμεσες λύσεις ζητά:

* Επίλυση των χωροταξικών προβλημάτων, αντικατάσταση του ΠΔ 84/84. Ίδρυση σύγχρονων ΒΙΟ.ΠΑ., για τα βυρσοδεψεία και τις βιοτεχνίες - βιομηχανίες του κλάδου. Άρση των άδικων ρυθμίσεων της επαγγελματικής στέγης.

* Κατανομή του Γ΄ ΚΠΣ στη βιοτεχνία και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ανάλογα με τη συμβολή τους στην κοινωνία και κατ΄ επέκταση και στην εθνική (τους) οικονομία. Ειδική πολιτική στήριξης των μικρότερων επιχειρήσεων.

* Ενίσχυση του ΕΟΜΜΕΧ, ΕΛ.ΚΕ.ΔΕ., του ΟΠΕ, στις πολιτικές τους για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

* Να μπει φραγμός στις εισαγωγές προϊόντων από χώρες φθηνού κόστους.

* Άμεση αντικατάσταση της 197 ΑΝΕ με μια απόφαση με ανάλογο περιεχόμενο, με δυνατότητα παρέμβασης στους τραπεζικούς οργανισμούς έτσι ώστε να μπει φραγμός στην αυθαιρεσία των επιτοκίων και του τρόπου δανεισμού των βιοτεχνικών επιχειρήσεων.

* Αλλαγή του φορολογικού συστήματος στην κατεύθυνση της φορολόγησης του καθένα ανάλογα με τα πραγματικά του εισοδήματα.

* Πλήρη εξάλειψη του 35% για ΟΕ, ΕΕ, ΕΠΕ, δεδομένου ότι αυτό αποτελεί εμπόδιο για τη συνένωση μικρών επιχειρήσεων.

* Χτύπημα των πρακτικών άνισου ανταγωνισμού που εφαρμόζουν οι πολυεθνικές και τα πολυκαταστήματα.

* Εφαρμογή προγραμμάτων στήριξης της επιχειρηματικότητας και της ανταγωνιστικότητας.

* Υπαγωγή των επενδύσεων των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στα κίνητρα του αναπτυξιακού νόμου.

Είναι φανερό ότι το σωματείο κινείται στη λογική των συνδικαλιστών της ΕΣΑΚ και του ΚΚΕ περί εθνικής ανάπτυξης. Η αλλαγή αυτής της πορείας - μας τόνισαν οι συνδικαλιστές - δεν μπορεί παρά να ταυτίζεται με μια άλλη πολιτική σε αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, που θα παίρνει μέτρα στήριξης της εγχώριας παραγωγής και της μικρής επιχείρησης, των αυτοαπασχολούμενων και των μικρών βιοτεχνών, που θα θωρακίζει την ντόπια παραγωγή από την επέλαση των πολυεθνικών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου