Σελίδες

Δευτέρα 9 Μαΐου 2011

ΓΙ΄ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΟΙΟΣ ΕΥΘΥΝΕΤΑΙ;


ΓΙ΄ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΟΙΟΣ ΕΥΘΥΝΕΤΑΙ;

Από τα 13 χρόνια αρχίζει η εισπνοή των διαλυτών, ενώ δραματική είναι η αύξηση των ανέργων χρηστών.

Θετικό στοιχείο είναι η αύξηση της χρήσης των "στεγνών" προγραμμάτων, που όμως δεν επαρκούν.

ΒΗΧΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

Πολυσύνθετες και ανησυχητικές διαστάσεις παίρνει το πρόβλημα της τοξικομανίας στη χώρα μας, καθώς η πλειοψηφία των χρηστών είναι άνεργοι, έρχονται σε επαφή με εισπνεόμενους διαλύτες στα 13 έτη, η μέση ηλικία χρήσης ηρωίνης μειώνεται κατά 2 έτη και πρώτη ουσία χρήσης παραμένει η κάνναβη. Παρ΄ όλα αυτά αισιόδοξο είναι το γεγονός ότι η επιλογή προσέγγισης της συντριπτικής πλειοψηφίας των χρηστών αφορά στα "στεγνά" θεραπευτικά προγράμματα. Αυτό είναι το προφίλ των χρηστών, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν πριν λίγες μέρες στην Ετήσια Έκθεση του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά και την τοξικομανία (ΕΚΤΕΠΝ) για την κατάσταση των ναρκωτικών στην Ελλάδα το 2001, στη συλλογή των οποίων συνέβαλαν το ΚΕΘΕΑ και το "18 ΑΝΩ".

Ενδεικτική είναι η αύξηση κατά 3,5 μονάδες των ανέργων μέσα σε ένα έτος, που προσεγγίζουν τα θεραπευτικά προγράμματα. Το 2001, το 64,3% των χρηστών που προσέγγισαν τα θεραπευτικά προγράμματα ήταν άνεργοι - το 2000 οι άνεργοι ήταν το 61,8% - το 19,2% έχει σταθερή εργασία, το 10,2% έχει περιστασιακή εργασία και το 5,6% είναι φοιτητές, σπουδαστές ή μαθητές.

Η μέση ηλικία έναρξης χρήσης παράνομων ουσιών για το 2001 διαφέρει σε σχέση με τις ουσίες: 19 έτη για την ηρωίνη, 16 για την κάνναβη, 15 για τα χάπια και μόλις 13 για τα εισπνεόμενα. Το 2000 ο μέσος όρος έναρξης παράνομης χρήσης για την ηρωίνη ήταν τα 21 έτη, ενώ δε γίνεται καμία αναφορά στα εισπνεόμενα.

Η πλειοψηφία των χρηστών (74,7%) ξεκινά τη χρήση παράνομων ουσιών με την κάνναβη. Ακολουθούν τα χάπια (8,7%) και τα οπιοειδή (6,9%). Το 67,4% των χρηστών που καταγράφηκαν από το Δείκτη Αίτησης Θεραπείας το 2001 προσέγγισαν "στεγνά" προγράμματα, το 18,5% προσέγγισε Κέντρα Άμεσης Πρόσβασης, ενώ το 14,1% βρίσκεται σε προγράμματα υποκατάστασης. Το 52,1% των χρηστών που καταγράφηκαν το 2001 έκαναν για πρώτη φορά στη ζωή τους αίτηση για θεραπευτική βοήθεια. Απ΄ αυτούς, το 59,1% έκανε αίτηση για τα "στεγνά" προγράμματα, το 45,3% για τα Κέντρα Άμεσης Πρόσβασης και το 27,4% για τα προγράμματα υποκατάστασης.

Ως προς το εκπαιδευτικό επίπεδο των χρηστών παρατηρείται ότι για το 2001, το 8,6% είναι αγράμματοι ή έχουν παρακολουθήσει μερικές μόνο τάξεις του δημοτικού, το 19,3% είναι απόφοιτοι δημοτικού, το 32,6% απόφοιτοι γυμνασίου, το 32,4% απόφοιτοι λυκείου και μόλις το 7,1% απόφοιτοι ανώτερης ή ανώτατης σχολής. Χρήστες που δεν έχουν πάει σχολείο ή έχουν παρακολουθήσει λίγες τάξεις του δημοτικού απαντώνται στα προγράμματα υποκατάστασης και στα Κέντρα Άμεσης Πρόσβασης παρά στα "στεγνά" προγράμματα.

Οι περισσότεροι χρήστες είναι κάτω των 30 ετών, αφού 6,8% είναι έφηβοι (έως 18 ετών) και περισσότεροι από τους μισούς (57,2%) είναι νέοι ενήλικες ηλικίας 19-29 ετών. Το 27,6% ανήκει στην ηλικιακή ομάδα των 30-40 ετών και το 8,4% είναι πάνω από 40 ετών. Το 2000 το 3,1% ήταν έφηβοι, το 44% νεαροί ενήλικες 19-29 ετών, το 38,6% ώριμοι ενήλικες 30-40 ετών και το 14,2% άνω των 40 ετών.

Το 2001 εμφανίζεται πτώση στην εναίσιμη χρήση των οπιοειδών, ενώ υπάρχει μεγάλη αύξηση στη χρήση από τη μύτη και στο κάπνισμα, σε αντίθεση με το 2000 που κυριαρχούσε η εναίσιμη χρήση. Οι έφηβοι και οι νέοι κάνουν χρήση τριών έως πέντε ουσιών σε ποσοστό 55% και 50,1% αντίστοιχα, ενώ οι χρήστες ηλικίας 30-40 ετών σε ποσοστό 42,3% και οι χρήστες άνω των 41 ετών σε ποσοστό 36,3%.

Η μέση ηλικία για κάθε τύπο κέντρου είναι τα 25 έτη για τα "στεγνά" προγράμματα, 37 έτη για τα προγράμματα υποκατάστασης και 32 έτη για τα κέντρα άμεσης πρόσβασης. Το μεγαλύτερο ποσοστό χρηστών που έχουν περιστασιακή απασχόληση (16,8%) βρίσκεται στα προγράμματα υποκατάστασης, το μεγαλύτερο ποσοστό ανέργων (69,9%) στα Κέντρα Άμεσης Πρόσβασης και οι φοιτητές-σπουδαστές εμφανίζονται κυρίως στα "στεγνά" προγράμματα.

Εμφανίζεται πτώση στην εναίσιμη χρήση των οπιοειδών, ενώ υπάρχει μεγάλη αύξηση στη χρήση από τη μύτη - αύξηση κατά 56,4% στους πελάτες των προγραμμάτων υποκατάστασης. Η μέση ηλικία των χρηστών της ηρωίνης ως κύριας ουσίας είναι τα 28 έτη, των χρηστών χαπιών τα 26 έτη και για τους χρήστες κάνναβης τα 22 έτη.

Η κάνναβη και τα εισπνεόμενα είναι οι πιο δημοφιλείς ουσίες για την έναρξη της χρήσης σε ηλικίες κάτω των 18 ετών. Αν και η πλειοψηφία των χρηστών δοκιμάζει ως πρώτη παράνομη ουσία την κάνναβη, το 86,9% στα "στεγνά" ζητάει βοήθεια για το πρόβλημα που οφείλεται στην ηρωίνη, το 9,7% δηλώνει κύρια ουσία την κάνναβη, το 1,4% τα χάπια και μόλις το 1,1% απευθύνεται λόγω της κοκαΐνης. Στα Κέντρα Άμεσης Πρόσβασης το 77,7% δηλώνει κύρια ουσία την ηρωίνη, το 4% την κάνναβη και το 2,2% τα χάπια.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2001, στα 27 συνολικά κέντρα-φορείς θεραπείας 3.679 άτομα έκαναν αίτηση θεραπείας. Από αυτά 135 (ποσοστό 3,7%) ανήκαν στην ηλικιακή κατηγορία των εφήβων (12-17 ετών). Από τα 27 συνολικά κέντρα που προσέφεραν βοήθεια στους χρήστες το 2001 τα 11 κάλυψαν τις ανάγκες της συγκεκριμένης ηλικιακής κατηγορίας. Η "Πλεύση" κάλυψε το 35,6%, η "Στροφή" το 31,1% και ο Σταθμός Εφήβων στο Δικαστήριο Ανηλίκων Αθηνών 24,4%.

Στοιχεία για το αλκοόλ

Σχετικά με το αλκοόλ παρουσιάστηκαν τα ευρήματα των πανελλήνιων ερευνών που έγιναν από το 1984 μέχρι το 1998. Σημαντική είναι η αύξηση της μέσης ηλικίας πρώτης χρήσης από τα 15,2 έτη το 1984 στα 16,2 έτη το 1998. Οι έφηβοι του 1984 είχαν ξεκινήσει να καταναλώνουν αλκοόλ σε ηλικία 10 περίπου ετών κατά μέσο όρο και οι σημερινοί έφηβοι κατανάλωσαν για πρώτη φορά οινοπνευματώδη σε ηλικία 12 ετών περίπου. Η υπερβολική χρήση κατά τον τελευταίο μήνα έχει μειωθεί στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, έχει αυξηθεί στις αστικές και ημιαστικές περιοχές. Στις γυναίκες 18-24 ετών παρατηρείται αύξηση σε σχέση με το 1984 της πολύ συχνής κατανάλωσης από 5,9% σε 7,1%. Στους μαθητές παρατηρείται τάση μείωσης της μηνιαίας κατανάλωσης οινοπνευματωδών σε σχέση με το 1984 ενώ στους μη μαθητές παρατηρείται αύξηση. Οι γυναίκες αν και παρουσιάζουν μείωση στη συχνή μηνιαία υπερβολική κατανάλωση παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά στην εν γένει μηνιαία υπερβολική κατανάλωση.

Τελειώνοντας να αναφέρω ότι κοντά στο τέλος της παρουσίασης της έκθεσης του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής (ΕΚΤΕΠΝ) τέθηκε από κάποιον παριστάμενο ότι έχει τη διάθεση να χορηγήσει υποκατάστατα, αλλά δεν του το επιτρέπει το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο. Και η πρόεδρος του Οργανισμού κατά των Ναρκωτικών (ΟΚΑΝΑ) Αννα Κοκκέβη απάντησε πως χρειάζεται μεγαλύτερη ευελιξία, αλλά - δυστυχώς κατ΄ εκείνη - οι αντιλήψεις δεν προχωρούν με την ίδια ταχύτητα που κινούνται τα δεδομένα και πρόσθεσε πώς πρέπει να παρθούν θαρραλέες αποφάσεις για να προχωρήσουμε! Αλήθεια; Και ποια είναι τα δεδομένα κυρία Κοκκέβη; Σύμφωνα με το ΕΚΤΕΠΝ, όλοι οι δείκτες για τη χρήση χειροτερεύουν. Θετική είναι η διαπίστωση πως αυξάνει η ζήτηση των στεγνών προγραμμάτων. Για τα προγράμματα των υποκατάστατων - πέραν των άλλων - υπάρχει και το δεδομένο της υπόθεσης του συμπαθή Αϊβατζίδη - που σε κατάσταση αμόκ πυροβολούσε την πρωθυπουργική κατοικία - γεγονός που ανάγκασε το προσωπικό του ΟΚΑΝΑ να κάνει την καταγγελία για αντιδεοντολογική αντιμετώπιση του θέματος και επικίνδυνη διοίκηση του ΟΚΑΝΑ.

Με βάση αυτά τα δεδομένα, ποια πρέπει να είναι η απαίτηση εκείνων που έχουν το πρόβλημα των ναρκωτικών; Και ποια θα πρέπει να είναι η απαίτηση της κοινής γνώμης; Η διολίσθηση και η υποκατάσταση είναι το εύκολο. Το δύσκολο είναι η πρόληψη και η απεξάρτηση. Κι εδώ η κυβέρνηση και οι επίσημοι φορείς δεν τα πήγαν καθόλου καλά, παρά τα εθνικά σχέδια δράσης και τα λοιπά. Ας το ξανασκεφτούν λοιπόν, πριν η διολίσθησή τους σε επικίνδυνους δρόμους είναι χωρίς επιστροφή...

28 Ιουλίου 2002

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου